Πίνακας Περιεχομένων
ToggleTo ουρηθρικό εκκόλπωμα μπορεί να περιγραφεί ως μια περιουρηθρική κυστική δομή πλησίον της ουρήθρας. Αποτελεί μια επιθηλιοποιημένη κοιλότητα που επικοινωνεί με τον ουρηθρικό αυλό.
Το μέγεθος της μπορεί να ποικίλει από λίγα χιλιοστά μέχρι μερικά εκατοστά. Με την πάροδο του χρόνου το μέγεθος μπορεί να μεταβάλλεται, λόγω φλεγμονής, παροδικής απόφραξης του αυλού του και επακόλουθης παροχέτευσης στον αυλό της ουρήθρας. Στην πλειοψηφία των ασθενών, η ηλικία εμφάνισης κυμαίνεται μεταξύ της 3ης και 7ης δεκαετίας της ζωής, ενώ απαντάται στο 1-6% των ενήλικων γυναικών.
Ανατομία γυναικείας ουρήθρας:
H γυναικεία ουρήθρα έχει μήκος 3-4 εκατοστά, βρίσκεται κάτω από την ηβική σύμφυση και μπροστά από τον κόλπο. Κάτω από το βλεννογόνο υπάρχει ο υποβλεννογόνιος χιτώνας που αποτελείται από χαλαρό συνδετικό ιστό και φέρει πλούσιο φλεβικό δίκτυο και περιουρηθρικούς αδένες. Οι μεγαλύτεροι περιουρηθρικοί αδένες είναι οι αδένες του Skene, που εκβάλλουν με κοινό εκφορητικό πόρο κοντά στο έξω ουρηθρικό στόμιο. Εξωτερικά του υποβλεννογονίου χιτώνα υπάρχουν επιμήκεις λείες μυϊκές ίνες που παρουσιάζουν συνέχεια με τις αντίστοιχες της ουροδόχου κύστης και εξωτερικά της στιβάδας αυτής υπάρχει κυκλοτερής μυϊκή στιβάδα. Το μέσο τριτημόριο της ουρήθρας περιβάλλεται από γραμμωτό (εκκούσιο) σφιγκτήρα .
Αιτιολογία εκκολπωμάτων γυναικείας ουρήθρας.
Η ακριβής προέλευση των γυναικείων ουρηθρικών εκκολπωμάτων δεν έχει αποδειχθεί. Για πολλές δεκαετίες υπήρχαν διχογνωμίες για το αν τα εκκολπώματα της γυναικείας ουρήθρας είναι συγγενή ή επίκτητα. Οι περισσότερες μελέτες συγκλείνουν στο οτι η πλειοψηφία των γυναικείων ουρηθρικών εκκολπωμάτων είναι επίκτητα. Πολλές θεωρίες έχουν διατυπωθεί σχετικά με τη δημιουργία των επίκτητων γυναικείων ουρηθρικών εκκολπωμάτων:
- Χρόνιες υποτροπιάζουσες φλεγμονές των περιουρηθρικών αδένων (Skene), που οδηγούν σε απόφραξη, υποουρηθρική αποστηματοποίηση και επακόλουθη ρήξη μέσα στον ουρηθρικό αυλό.
- Ιατρογενείς κακώσεις
- Τραυματικές κακώσεις
- Φυσιολογικός τοκετός
Συμπτώματα εκκολπωμάτων της ουρήθρας:
Παρουσιάζει ένα ευρύ φάσμα κλινικής συμπτωματολογίας, αλλά σε ποσοστό 20% μπορεί να διαδράμει ασυμπτωματικά. Στην τελευταία περίπτωση η διάγνωση τίθεται κατόπιν κλινικής εξέτασης ή απεικόνισης.
- δυσουρία
- ουρηθρικός πόνος/δυσπαρεύνια
- στάγδην αποβολή ούρων μετά την ούρηση
- ερεθιστικά συμπτώματα του κατώτερου ουροποιητικού (συχνοουρία, επιτακτικότητα)
- φλεγμονές του ουροποιητικού/ υποτροπιάζουσες ουρολοιμώξεις
- ουρηθρικό/κολπικό έκκριμα
- παρουσία ψηλαφητής κολπικής/πυελικής μάζας
- αιματουρία
- αποφρακτικού τύπου συμπτώματα του κατώτερου ουροποιητικού/ επίσχεση
- ακράτεια (επιτακτική/προσπαθείας)
Διαγνωστική διερεύνηση
Τα περισσότερα εκκολπώματα εντοπίζονται στην κοιλιακή επιφάνεια της ουρήθρας κατά τη μέση και εγγύς μοίρα της, που αντιστοιχεί στην περιοχή του πρόσθιου κολπικού τοιχώματος, 1-3 εκατοστά από την είσοδο του κόλπου. Σε κάθε ψηλαφητή σκληρία του πρόσθιου κολπικού τοιχώματος, απαιτείται περαιτέρω διερεύνησης προς αποκλεισμό λιθίασης ή κακοήθειας. Κατά τη φυσική εξέταση ελέγχεται η παρουσία πυώδους ή ουρηθρικού εκκρίματος από το εκκόλπωμα. Πραγματοποιείται κολπική εξέταση για έλεγχο τυχών ατροφίας και ανελαστικότητας του βλεννογόνου, παρουσία κολπικής πρόπτωσης και φυσική εξέταση προς αποκλεισμό ακράτειας προσπαθείας.
Ο εργαστηριακός-απεικονιστικός έλεγχος μπορεί να περιλαμβάνει:
- Ανάλυση ούρων
- Κυστεουρηθροσκόπηση
- Ουροδυναμική μελέτη (επί ακράτειας ή ενδείξεων)
- Ουρηθρογραφία θετικής πίεσης με καθέτηρα διπλού μπαλονιού (PPU)
- Κυστεοουρηθρογραφία κατά την ούρηση (VCUG)
- Διακολπικό υπερηχογράφημα
- MRI
Θεραπευτική αντιμετώπιση εκκολπωμάτων
Η κύρια αντιμετώπιση των γυναικείων εκκολπωμάτων είναι χειρουργική.