Ποια είναι τα αίτια της κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης;
Οι αιτίες που προκαλούν την κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση μπορεί να είναι συνήθως συγγενείς, όπως μια ουρητηροκήλη ή ένας έκτοπος ουρητήρας.
Μπορεί, ωστόσο, να είναι και επίκτητες, ως συνέπεια χρόνιας επίσχεσης ούρων, λόγω π.χ. υπερτροφίας του προστάτη, ή χειρουργικών επεμβάσεων στην περιοχή των ουρητηρικών στομίων ή πλησίον αυτής.
Ποια είναι τα συμπτώματα της κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης;
Αρκετές φορές η κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση είναι ασυμπτωματική. Το πιο συνηθισμένο σημάδι που εγείρει υποψίες για την πάθηση είναι η εμφάνιση συχνών λοιμώξεων του ουροποιητικού συστήματος, με τα συμπτώματα που τις ακολουθούν, όπως: συχνουρία, πυρετός και ρίγος.
Ποιες είναι οι επιπτώσεις της κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης στην υγεία;
Η κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση είναι δυνητικά επικίνδυνη για την λειτουργία των νεφρών. Η παλινδρόμηση των ούρων μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή στα νεφρά και την πύελο, τη λεγόμενη πυελονεφρίτιδα.
Οι πυελονεφρίτιδες μπορεί να προκαλέσουν μόνιμες βλάβες στο νεφρικό παρέγχυμα, με πιθανή συνέπεια χρόνια νεφρική νόσο, υψηλή αρτηριακή πίεση και νεφρική ανεπάρκεια.
Πώς γίνεται η διάγνωση της κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης;
Οι σοβαρές περιπτώσεις κυστεοουρητηρικής παλινδρόμηση εντοπίζονται κατά τον προγεννητικό έλεγχο, με το υπερηχογράφημα του εμβρύου.
Εναλλακτικά, διαγιγνώσκονται έπειτα από κάποιο τυχαίο επεισόδιο ουρολοίμωξης που δίνει λαβή για τη διερεύνηση του ουροποιητικού συστήματος.
Σε αυτήν την περίπτωση ο θεράπων ιατρός συστήνει σειρά εξετάσεων με σκοπό να ελεγχθεί η νεφρική λειτουργία και η σοβαρότητα της πάθησης.
Ο έλεγχος αυτός μπορεί να περιλαμβάνει:
- Γενική εξέταση και καλλιέργεια ούρων,
- Αιματολογικές εξετάσεις
- Υπερηχογράφημα του ουροποιητικού συστήματος, με το οποίο εντοπίζεται και εκτιμάται πιθανή διάταση στην πύελο των νεφρών
- Ουροδυναμικό έλεγχο, για την εκτίμηση της λειτουργίας της κύστης κατά την ούρηση.
- Κυστεοουρηθρογραφία, μια ειδική ακτινολογική εξέταση.
Σταδιοποίηση της κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης
Συνολικά, υπάρχουν πέντε βαθμοί-στάδια κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης, ανάλογα με τη σοβαρότητα της κατάστασης. Ο βαθμός της κυστεουρητηρικής παλινδρόμησης καθορίζεται με βάση τα ευρήματα του διαγνωστικού ελέγχου και κυρίως της κυστεοουρηθρογραφίας.
Όσο πιο μικρός είναι ο βαθμός-στάδιο της κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης τόσο πιο ήπια είναι η νόσος.
Η κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση διακρίνεται στα εξής στάδια:
- Στάδιο Ι: Η παλινδρόμηση των ούρων φτάνει μόνο μέχρι τον ουρητήρα, χωρίς να τον φουσκώνει, ενώ η νεφρική πύελος είναι φυσιολογική. Σε αυτό το στάδιο η κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση έχει πολύ μεγάλη πιθανότητα να ιαθεί από μόνη της.
- Στάδιο ΙΙ: Η παλινδρόμηση των ούρων φτάνει ως τη νεφρική πύελο, το οποίο ωστόσο εμφανίζεται φυσιολογικό. Οι πιθανότητες αυτοΐασης είναι ελαφρώς μικρότερες σε σύγκριση με το Στάδιο Ι.
- Στάδιο ΙΙΙ: Ο ουρητήρας και η νεφρική πύελος εμφανίζουν ήπια διάταση. Η πιθανότητα αυτοΐασης είναι περίπου στο 50%.
- Στάδιο ΙV: Ο ουρητήρας και η νεφρική πύελος εμφανίζουν μέτρια διάταση. Οι πιθανότητα αυτοΐασης είναι περιορισμένη.
- Στάδιο V: Ο ουρητήρας και η νεφρική πύελος εμφανίζουν έντονη διάταση. Οι πιθανότητα αυτοΐασης είναι περιορισμένη.
Διάταση λόγω κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης
Λόγω μιας ατέλειας στην κυστεοουρητηρική συμβολή, δηλαδή το σημείο όπου ενώνονται οι ουρητήρες με την ουροδόχο κύστη, μπορεί να προκληθεί πισωγύρισμα των ούρων από την κύστη προς τους νεφρούς.
Οι παλινδρομήσεις αυτές των ούρων μπορεί να προκαλέσουν διάταση των νεφρών και των ουρητήρων. Η αποκατάσταση της διάτασης αυτής επιτυγχάνεται με τη θεραπεία της υποκείμενης αιτίας, δηλαδή της κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης.
Οι αιτίες που προκαλούν την κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση μπορεί να είναι συνήθως συγγενείς, όπως μια ουρητηροκήλη ή ένας έκτοπος ουρητήρας.
Μπορεί, ωστόσο, να είναι και επίκτητες, ως συνέπεια χρόνιας επίσχεσης ούρων, λόγω π.χ. υπερτροφίας του προστάτη, ή χειρουργικών επεμβάσεων στην περιοχή των ουρητηρικών στομίων ή πλησίον αυτής.
Η κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση είναι δυνητικά επικίνδυνη για την λειτουργία των νεφρών. Η παλινδρόμηση των ούρων μπορεί να προκαλέσει φλεγμονή στα νεφρά και την πύελο, τη λεγόμενη πυελονεφρίτιδα.
Οι πυελονεφρίτιδες μπορεί να προκαλέσουν μόνιμες βλάβες στο νεφρικό παρέγχυμα, με πιθανή συνέπεια χρόνια νεφρική νόσο, υψηλή αρτηριακή πίεση και νεφρική ανεπάρκεια.
Πώς αντιμετωπίζεται η κυστεοουρητηρική παλινδρόμηση;
Πολλές φορές οι παλινδρομήσεις ούρων μπορούν να ιαθούν από μόνες τους, καθώς το παιδί αναπτύσσεται, και αντιμετωπίζονται με τη χορήγηση μικρής δόσης αντιβιοτικής αγωγής καθημερινά, κυρίως για να αποτρέπονται οι ουρολοιμώξεις.
Αν όμως, οι ουρολοιμώξεις επιμένουν παρά τη χρήση αντιβίωσης, λόγω της παλινδρόμησης, τότε η αντιμετώπιση του προβλήματος γίνεται χειρουργικά. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι όσο μεγαλύτερη είναι η ηλικία του παιδιού και το στάδιο της νόσου τόσο μειώνονται οι πιθανότητες φυσικής υποχώρησης της κυστεοουρητηρικής παλινδρόμησης.
Στην πλειονότητά τους, οι παλινδρομήσεις ούρων διορθώνονται ενδοσκοπικά με έγχυση υαλουρονικού οξέος (μεθοδος STING – Subureteric Transurethral Injection). Η εν λόγω επέμβαση είναι ελάχιστα επεμβατική, δεν απαιτεί νοσηλεία και δεν συνοδεύεται από τοποθέτηση καθετήρα μετεγχειρητικά. Τα ποσοστά επιτυχίας των επεμβάσεων αυτών είναι υψηλά, στα χέρια έμπειρων χειρουργών.
Πιο σπάνια, σε σοβαρότερες περιπτώσεις κυστεοουρητηρικής παλινδρόμηση, η αντιμετώπιση γίνεται με ανοικτό χειρουργείο. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει:
- τη μετεμφύτευση των ουρητήρων στην ουροδόχο κύστη, με τρόπο που παρεμποδίζεται η παλινδρόμηση. Η επέμβαση έχει ιδιαίτερα υψηλά ποσοστά επιτυχίας, αλλά συνοδεύεται από πολυήμερη νοσηλεία (περίπου 6 ημέρες). Η επέμβαση μπορεί να πραγματοποιηθεί σε ενήλικες και παιδιά με τη βοήθεια ρομποτικού συστήματος.
- Την εκτροπή των ούρων, η οποία μπορεί να είναι προσωρινή ή μόνιμη, ανάλογα την περίπτωση.
- Νεφρεκτομή, στην περίπτωση που το νεφρό έχει υποστεί σημαντική βλάβη ως αποτέλεσμα της παλινδρόμησης των ούρων.
- Ημινεφρεκτομή, για τις περιπτώσεις κατά τις οποίες το μη λειτουργικό νεφρό διαθέτει διπλό αποχετευτικό σύστημα, δηλαδή δυο ουρητήρες.