Τα βασικά συμπτώματα του πριαπισμού χαμηλής ροής είναι τα εξής:
- Σκληρή στύση που διαρκεί περισσότερο από τέσσερις ώρες
- πόνος στο πέος
Στον πριαπισμό υψηλής ροής, συμπτώματα μπορεί να είναι ίδια με τον πριαπισμό χαμηλής ροής, με τη διαφορά ότι ο πόνος μπορεί να μην υπάρχει καθόλου ή να μην είναι τόσο έντονος.
Αν νομίζετε ότι έχετε πριαπισμό ζητήστε άμεσα ιατρική βοήθεια.
Ο πριαπισμός πρέπει να ταυτοποιείται ταχέως και να αντιμετωπίζεται άμεσα στην περίπτωση πριαπισμού χαμηλής ροής, ο οποίος αντιμετωπίζεται διαφορετικά από τον υψηλής ροής.
Το πρώτο βήμα στη διάγνωση του πριαπισμού είναι η λήψη ιατρικού ιστορικού και η φυσική εξέταση από ουρολόγο.
Πραγματοποιούνται εξετάσεις αίματος από την περιοχή του πέους και από μια περιφερική φλέβα, για την αναζήτηση μιας της αιτίας του πριαπισμού.
Η διάγνωση μπορεί να περιλαμβάνει και απεικονιστικό έλεγχο, όπως έγχρωμο υπερηχογράφημα Doppler του πέους, προκειμένου να καταγραφεί η ροή του αίματος εντός του πέους, και μαγνητική τομογραφία, για να εξεταστεί η υγεία των μυών και να εντοπιστεί τυχόν ινώδης ιστός στο πέος.
Η θεραπεία εξαρτάται από το αν αφορά σε χαμηλής ροής ή υψηλής ροής πριαπισμό. Σε κάθε περίπτωση, ωστόσο, στόχος της αντιμετώπισης του πριαπισμού είναι να καταστείλει τη στύση και να αποτρέψει τη μόνιμη στυτική δυσλειτουργία.
Ο πριαπισμός χαμηλής ροής είναι επείγον περιστατικό και πρέπει να αντιμετωπίζεται το συντομότερο δυνατό.
Αντίθετα, ο πριαπισμός υψηλής ροής δεν απαιτεί επείγουσα αντιμετώπιση επειδή δε συνοδεύεται από μειωμένη ροή αίματος στο πέος.
Επειδή, όμως, μόνο ένας εξειδικευμένος γιατρός μπορεί να διακρίνει τους δύο τύπους πριαπισμού, συνίσταται η άμεση αναζήτηση ιατρικής βοήθειας σε περίπτωση εκδήλωσης συμπτωμάτων της νόσου.
Αντιμετώπιση πριαπισμού χαμηλής ροής
Η συντηρητική αντιμετώπιση του πριαπισμού περιλαμβάνει μηχανικές ασκήσεις (υποστηριζόμενη περινεϊκή πίεση), ούρηση, εκσπερμάτωση, εφαρμογή πάγου και φαρμακευτική αγωγή (per os, ενδοφλέβια ή μέσα στα σηραγγώδη σώματα του πέους).
Ειδικότερα, εφαρμόζεται τοπική αναισθησία στο πέος και απομακρύνεται (αναρρόφηση) το αίμα από τα σηραγγώδη σώματα. Στη συνέχεια, ενίεται (πλύσεις) μη-ηπαρινισμένος ορός και φάρμακα μέσα στο πέος για να μειωθεί η πίεση και το οίδημα.
Η επεμβατική αντιμετώπιση ενδείκνυται σε επείγουσες περιπτώσεις, μόνο όταν αποτύχουν οι συντηρητικές θεραπείες. Μια μεγάλη ποικιλία χειρουργικών μεθόδων έχει καθιερωθεί για την αντιμετώπιση του πριαπισμού. Σκοπός κάθε χειρουργικής παρέμβασης είναι η δημιουργία μια επικοινωνίας (Shunt) για τη διοχέτευση του αίματος στη συστηματική κυκλοφορία και οξυγόνωση των σηραγγωδών σωμάτων του πέους, ώστε να περιοριστεί η καταστροφή του ιστού από τη χαμηλή ροή του αίματος στο πέος, να αρθεί η στύση και να μην προκληθεί μόνιμη στυτική δυσλειτουργία.
Στις περιπτώσεις παρατεταμένου πριαπισμού, σημαντικής καταστροφής του ινώδους χιτώνα του πέους και επακόλουθης στυτικής δυσλειτουργίας υπάρχει τέλος η επιλογή της εμφύτευσης πεϊκής πρόθεσης, προκειμένου να αντιμετωπιστεί η στυτική δυσλειτουργία.
Αντιμετώπιση πριαπισμού υψηλής ροής
Ο πριαπισμός υψηλής ροής δε συνιστά επείγουσα κατάσταση, καθώς η ροή του αίματος στο πέος δε μειώνεται.
Το πρώτο βήμα για την αντιμετώπισή του αφορά στην εφαρμογή πάγου στο περίνεο ή πίεσης στο τραύμα, προκειμένου να υποχωρήσει το οίδημα.
Στη συνέχεια, γίνεται αρτηριακός εμβολισμός, δηλαδή απόφραξη των αγγείων που δημιουργούν το πρόβλημα. Στις περιπτώσεις που ο πριαπισμός οφείλεται σε αρτηρία που έχει ραγεί κι εφόσον ο εμβολισμός αποτύχει, πραγματοποιείται χειρουργική επέμβαση απολίνωσης για να δεθεί η αρτηρία.
Αντιμετώπιση διαλείποντα πριαπισμού
Έκαστο οξύ επεισόδιο αντιμετωπίζεται όπως ο πριαπισμός χαμηλής ροής. Ωστόσο, για να διασφαλιστεί η εκδήλωση μελλοντικών επεισοδίων, απαιτείται φαρμακευτική θεραπεία (ορμονικές θεραπείες, αντιανδρογόνα, αναστολείς της φωσφοδιεστεράσης τύπου 5) ανάλογα με το ιατρικό ιστορικό του ασθενή.