Table of Contents
ToggleΤι είναι η κιρσοκήλη;
Η Κιρσοκήλη είναι κιρσοειδής διεύρυνση των φλεβών του όρχεος, γνωστές κι ως σπερματικό φλεβικό πλέγμα. Η κιρσοκήλη εμφανίζεται συνήθως στον αριστερό όρχη, δίχως αυτό να σημάινει ότι δεν μπορεί να εμφανιστεί και δεξιά ή αμφοτερόπλευρα. Η κιρσοκήλη αποτελεί μια από τις συνηθέστερες αιτίες υπογονιμότητας. Απαντάται στο 11,7% των ενηλίκων, ενώ στους υπογόνιμους άνδρες ανέρχεται στο 33%.
Το 50% των ασθενών με κιρσοκήλη παρουσιάζει παθολογικό σπερμοδιάγραμμα, που μπορεί να εκφράζεται με ολιγοσπερμία (μειωμένο αριθμό σπερματοζωαρίων), ασθενοσπερμία (μείωση της κινητικότητας των σπερματοζωαρίων), ή/και τερατοσπερμία (παθολογικές μορφές σπερματοζωαρίων). Συχνά συνοδεύεται από βλάβη του σπερματικού επιθηλίου, χωρίς να υπάρχει πάντα αντιστοιχία του μεγέθους κιρσοκήλης και επακόλουθης βλάβης του σπερματικού επιθηλίου.
Σε παιδιά ηλικίας κάτω των 10 ετών είναι ασυνήθης. Ωστόσω το ποσοστό εμφάνισής της αυξάνεται κατακόρυφα κατά την εφηβεία, αγγίζοντας το 14-20%. Στο 20% των εφήβων με κιρσοκήλη θα προκύψουν προβλήματα υπογονιμότητας στο μέλλον.
Ποιες είναι οι αιτίες της κιρσοκήλης;
Οι αιτίες της κιρσοκήλης σχετίζονται με την ανατομική διαφορά της εκβολής της αριστερής από τη δεξιά σπερματική φλέβα. Η αριστερή σπερματική φλέβα εκβάλει κάθετα στη σύστοιχη νεφρική φλέβα, ευνοώντας τη στάση του αίματος. Η δεξιά σπερματική φλέβα εκβάλει υπο γωνία στη κάτω κοίλη φλέβα, εμφνίζοντας μικρότερες αντιστάσεις κατά τη ροή του αίματος. Άλλη θεωρία υποστηρίζει τη συμπίεση της αριστερής σπερματικής φλέβας μεταξύ της κοιλιακής αορτής και της άνω μεσεντερίου αρτηρίας, δυσχεραίνοντας τη διέλευση του αίματος. Ένας τρίτος αιτιολογικός μηχανισμός συσχετίζεται με την ανεπάρκεια ή την απουσία βαλβίδων στη σπερματική φλέβα, που απαντάται συχνότερα στην αριστερή πλευρά.
Ποια είναι τα συμπτώματα της κιρσοκήλης;
Η κιρσοκήλη μπορεί να γίνει αντιληπτή ως μια ανώδυνη διόγκωση του συστοίχου ημιοσχέου κατά την όρθια στάση, την άσκηση ή κατά την αύξηση της ενδοκοιλιακής πιέσης. Η διόγκωση αυτή υποχωρεί κατά την κατάκλιση, καθώς διευκολύνεται η φλεβική επιστροφή. Η κιρσοκήλη μπορεί να είναι ασυμπτωματική και να ανευρίσκεται στα πλαίσια διερεύνησης ανδρικής υπογονιμότητας.
Σε μεγάλου βαθμού κιρσοκήλες μπορεί να συνυπάρχει αίσθημα βάρους στο όσχεο. Η κιρσοκήλη δύναται να σχετίζεται με αποτυχία σύστοιχης ανάπτυξης του όρχεος και υπογοναδισμό.
Πώς γίνεται η διάγνωση της κιρσοκήλης;
H διάγνωση της κιρσοκήλης πραγματοποιείται με τη ψηλάψηση του οσχέου σε όρθια θέση, όπου γίνεται αισθητή η κιρσοειδής διεύρυνση της έσω σπερματικής φλέβας. Σε περιπτώσεις μη ψηλαφητής κιρσοκήλης, μπορεί να πραγματοποιηθεί υπερηχογραφικός έλεγχος του οσχέου ή έγχρωμο υπερηχογράφημα (triplex) προς αναγνώριση του διευρυσμένου φλεβικού δικτύου, τον έλεγχο της ροής του αίματος στα αγγεία του οσχέου και την αναγνώριση παλινδρόμησης αίματος στην έσω σπερματική φλέβα. Επί παρουσίας κιρσοκήλης δεξιά συνίσταται πάντα ενδελεχής απεικονιστικός έλεγχος προς αποκλεισμό χωροτακτικής ή άλλης εξεργασίας, που πιθανών να προκαλεί φλεβική στάση δεξιά.
Ποια είναι η θεραπευτική αντιμέτωπιση της κιρσοκήλης;
Η θεραπευτική αντιμετώπιση της κιρσοκήλης συνίσταται στην απολίνωση της έσω σπερματικής φλέβας, αλλά και των φλεβών που συμμετέχουν στην κιρσοκήλη. Μπορεί να πραγματοποιηθεί είτε χειρουργικά, είτε με εμβολισμό της έσω σπερματικής φλέβας, είτε με έγχυση σκληρυντικών ουσιών στην έσω σπερματική φλέβα (σκληροθεραπεία). Η χειρουργική αποκατάσταση μπορεί να πραγματοποιηθεί ανοικτά ή λαπαροσκοπικά.
Η ανοικτή χειρουργική αποκατάσταση μπορεί να γίνει με:
υψηλή απολίνωση (υπερβουβωνική)
ορχική
βουβωνική και
μικροχειρουργική βουβωνική ή υποβουβωνική προσπέλαση.
Η μικροχειρουργική υποβουβωνική προσπέλαση αποτελεί την καλύτερη θεραπευτική επιλογή. Μπορεί να πραγματοποιηθεί υπό τοπική, περιοχική ή γενική αναισθησία. Παρουσιάζει το χαμηλότερο ποσοστό επιπλοκών (1-5%) και υποτροπών (0-2%) συγκριτικά με τις υπόλοιπες μεθόδους χειρουργικής αποκατάστασης Με τη χρήση του μικροσκοπίου επιτυγχάνεται απολίνωση και των πιο μικρών κιρσοειδών φλεβών του όρχι καθώς και αναγνώριση των τυχών φλεβικών παράπλευρων κυκλοφοριών, εξασφαλίζοντας μικρό ποσοσό υποτροπών στο μέλλον. Αναγνωρίζονται με ευχέρεια οι αρτηρίες και αποφεύγεται ο τραυματισμός των λεμφαγγείων, μειώνοντας τα ποσοστά μετεγχειρητικής υδροκήλης. Επιπλέον δεν πραγματοποιείται διάνοιξη κοιλιακών μυών ή περιτονιών, εξασφαλίζοντας λιγότερο μετεγχειρητικό πόνο. Ο ασθενής εξέρχεται του νοσοκομείου την επόμενη μετεγχειρητική ημέρα. Επανέλεγχος του σπέρματος πρέπει να γίνεται μετά την παρέλευση 6-9 μηνών, χρόνος απαραίτητος για τη δημιουργία νέων γενιών σπερματοζωαρίων. Η ποιότητα του σπέρματος βελτιώνεται μετεγχειρητικά σε ποσοστό 60-70%, τόσο όσον αφορά την κινητικότητα όσο και τη μορφολογία των σπερματοζωαρίων.