Πρόκειται για την προβολή ενός ή περισσότερων οργάνων της ελάσσονος πυέλου (λεκάνης) διαμέσου του κόλπου που μπορεί να φτάσει να εξέχει πέρα από τα χείλη του αιδοίου. Τα όργανα αυτά μπορεί να είναι: η μήτρα, το κολπικό κολόβωμα (σε περίπτωση προηγηθείσας υστερεκτομής), η ουροδόχος κύστη, οι έλικες του εντέρου ή ακόμη και το ορθό. Η πρόπτωση αυτή εμφανίζεται κατά την αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης (φτάρνισμα. βήχας, άρση βάρους) και οφείλεται στη χαλάρωση των συνδέσμων, των περιτονιών και του μυϊκού τοιχώματος του περινέου που στο σύνολό τους απαρτίζουν ένα σύνθετο δίκτυο δυναμικής και στατικής στήριξης των οργάνων της πυέλου.
H πρόπτωση του πυελικού εδάφους αποτελεί ένα από τα συχνότερα ουρογυναικολογικά προβλήματα που απασχολούν τις ενήλικες γυναίκες. Η επίπτωσή της αυξάνεται με την ηλικία και μάλιστα μία στις τρεις γυναίκες άνω των 50 ετών θα αναζητήσουν ιατρική συμβουλή λόγω συμπτωμάτων. Πολλές γυναίκες δυστυχώς, κατακλύζονται από αίσθημα ντροπής, μειωμένης σεξουαλικότητας και κατ’ επέκταση αυτοεκτίμησης, με αποτέλεσμα η νόσος να παραμένει συχνά σε λανθάνουσα κατάσταση με σοβαρό αντίκτυπο στην ποιότητα της ζωής.
Όταν η πρόπτωση εμφανίζεται στο πρόσθιο τοίχωμα του Κόλπου, τότε ονομάζεται πρόπτωση του πρόσθιου διαμερίσματος. Επειδή τα όργανα που προβάλουν από το πρόσθιο διαμέρισμα είναι η ουροδόχος κύστη ή/και η ουρήθρα συχνά ονομάζεται και κυστεοκήλη ή ουρηθροκυστεοκήλη αντίστοιχα. Αυτή η μορφή πρόπτωσης είναι η πιο συχνή και επηρεάζει στις περισσότερες περιπτώσεις, τη λειτουργία της ούρησης.
Αντίστοιχα, όταν η πρόπτωση αφορά το οπίσθιο τοίχωμα του κόλπου, τότε ονομάζεται πρόπτωση του οπισθίου διαμερίσματος. Στην περίπτωση αυτή, το όργανο που προβάλει είναι το ορθό και για αυτό η πρόπτωση ονομάζεται και ορθοκήλη. Μπορεί, ωστόσο, να προβάλει και τμήμα του λεπτού εντέρου από το ανώτερο τμήμα του οπισθίου τοιχώματος του κόλπου, η γνωστή εντεροκήλη.
Τέλος, όταν προβάλει η μήτρα ή το κολπικό κολόβωμα (σε περίπτωση υστερεκτομής), τότε πρόκειται για πρόπτωση του κεντρικού διαμερίσματος. Η πρόπτωση της μήτρας ή του κολπικού κολοβώματος αποτελεί τη δεύτερη πιο συχνή μορφή πρόπτωσης του πυελικού εδάφους. Θα πρέπει να τονιστεί ότι ο διαχωρισμός της πάθησης σε τρία διαμερίσματα (πρόσθιο. κεντρικό και οπίσθιο) έχει ιδιαίτερη διαγνωστική και θεραπευτική σημασία, παρόλο που μία γυναίκα μπορεί να εμφανίσει συνδυασμό των παραπάνω: δηλαδή μπορεί να έχει κυστεοκήλη με πρόπτωση του κολπικού κολοβώματος, ιδιαίτερα μετά από επέμβαση υστερεκτομής. Για το λόγο αυτό, η πάθηση θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως ενιαία νόσος.
Η πρόπτωση πυελικού εδάφους οφείλεται κυρίως στη χαλάρωση των μυών, των συνδέσμων και των περιτονίων που υποστηρίζουν τα όργανα της πυέλου. Αυτό με τη σειρά του προκαλείται από τις παρακάτω καταστάσεις:
Η πρόπτωση του πυελικού εδάφους δεν αποτελεί απειλητική κατάσταση για τη ζωή και μάλιστα ορισμένες γυναίκες έχουν ελάχιστα συμπτώματα χωρίς να επηρεάζεται η καθημερινότητα τους. Ανάλογα λοιπόν με το βαθμό της πρόπτωσης, την ηλικία της γυναίκας και τα συμπτώματα, ο ιατρός μπορεί να προτείνει αντίστοιχη θεραπεία. Οι θεραπείες διακρίνονται κυρίως σε συντηρητικές (μη-χειρουργικές) και σε χειρουργικές.
Πρόκειται για τις πρώτες θεραπείες που πρέπει να εφαρμοστούν, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις μικρής πρόπτωσης.
Η χειρουργική θεραπεία συστήνεται στις περιπτώσεις που τα συντηρητικά μέτρα έχουν αποτύχει, σε νέες γυναίκες καθώς και σε μετρίου και μεγάλου βαθμού προπτώσεις. Υπάρχουν διάφορες τεχνικές που εφαρμόζονται και διακρίνονται κυρίως σε: διακολπικές επεμβάσεις (μέσα οπό τον κόλπο) και σε διακοιλιακές επεμβάσεις (μέσα οπό την κοιλιά). Η χειρουργική αποκατάσταση μπορεί να γίνει είτε με τη χρήση πλέγματος, είτε χωρίς τη χρήση αυτού.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι, σύμφωνα και με τη διεθνή βιβλιογραφία, η χρήση πλέγματος δίνει μία μόνιμη λύση στο πρόβλημα με λιγότερες πιθανότητες υποτροπής. Σύγχρονες ανησυχίες σχετικά με τη χρήση του πλέγματος αφορούν κυρίως τη χρήση αυτού σε διακολπικές (μέσα από τον κόλπο) επεμβάσεις αποκατάστασης. Ως γνωστόν, o κόλπος έχει φυσιολογική μικροβιακή χλωρίδα με συνακόλουθη πιθανή μόλυνση του πλέγματος. Οι επεμβάσεις που γίνονται διακοιλιακά είναι απαλλαγμένες από αυτούς τους κινδύνους, καθώς η κοιλιακή κοιλότητα δεν έχει μικρόβια. Άλλωστε, η διακοιλιακή χρήση πλεγμάτων είναι το gold standard σε άλλες επεμβάσεις γενικής χειρουργικής που έχουν παρόμοια αιτιοπαθογένεια, όπως είναι η αποκατάσταση κηλών του κοιλιακού τοιχώματος και της βουβωνικής περιοχής.
Η ιεροκολποπηξία είναι επέμβαση που σκοπό έχει να αποκαταστήσει τη φυσιολογική ανατομική θέση (να υποβληθεί σε υστερεκτομή) και να αποτρέψει την κάθοδο των πυελικών οργάνων. Αυτό επιτυγχάνεται με την τοποθέτηση πλέγματος στο πρόσθιο τοίχωμα του κόλπου, ανάμεσα δηλαδή στον κόλπο και την ουροδόχο κύστη (διορθώνοντας έτσι τυχόν κυστεοκήλη), καθώς επίσης και στο οπίσθιο τοίχωμα του κόλπου, ανάμεσα δηλαδή στον κόλπο και το ορθό (διορθώνοντας έτσι τυχόν ορθοκήλη και εντεροκήλη). Τα δύο αυτά πλέγματα αναρτώνται στο ιερό οστό δίνοντας έτσι ένα ισχυρό στήριγμα στο κολπικό κολόβωμα (διορθώνοντας έτσι και την πρόπτωση του κόλπου). Η παραπάνω επέμβαση αποδεδειγμένα (CochraneReview) έχει τις λιγότερες υποτροπές.
Ωστόσο, το μειονέκτημα της παραπάνω επέμβασης (μέχρι τώρα), σε σχέση με τις διακολπικές επεμβάσεις, είναι ότι προϋποθέτει ανοιχτή κοιλιακή τομή και είναι πιο χρονοβόρα. Σήμερα όμως, με την εφαρμογή της ρομποτικής χειρουργικής, που αποτελεί μέθοδο εκλογής ειδικά για τις επεμβάσεις της πυέλου, μπορεί η παραπάνω επέμβαση (ρομποτική ιεροκολποπηξία) να γίνει με ελάχιστα επεμβατικό τρόπο. Με τον τρόπο αυτό, συνδυάζονται τα χαμηλά ποσοστά υποτροπής μίας διακοιλιακής επέμβασης με τις ελάχιστες επιπλοκές και την ταλαιπωρία μίας διακολπικής επέμβασης.
Επιπλέον, με τη ρομποτική χειρουργική οι γυναίκες μπορούν να υποβληθούν σε επέμβαση αποκατάστασης πρόπτωσης της μήτρας και της κυστεοκήλης, διατηρώντας τη μήτρα τους με ελάχιστα επεμβατικό τρόπο (ρομποτική ιεροκολποπηξία). Η άποψη που υπήρχε για πολλά χρόνια, ότι η μήτρα που προπίπτει πρέπει να αφαιρείται, έχει πλέον αναθεωρηθεί και έχει αποδειχθεί στις μέρες μας ότι η πτώση της μήτρας είναι το αποτέλεσμα και όχι η αιτία της νόσου.