Η πρόπτωση του πυελικού εδάφους είναι μια πάθηση μη απειλητική για τη ζωή, που ταλαιπωρεί πολλές γυναίκες, ιδιαίτερα μετά την ηλικία των 50, επηρεάζοντας αρνητικά τη αυτοεκτίμησή τους και την εν γένει ποιότητα ζωής τους.
Άλλοτε, οι πιο σοβαρές περιπτώσεις αντιμετωπίζονταν χειρουργικά με ανοικτή επέμβαση, η οποία περιλάμβανε την πραγματοποίηση μεγάλης τομής στην κοιλιακή χώρα.
Πλέον, όμως, ακόμα και τα πιο δύσκολα και σοβαρά περιστατικά πρόπτωσης μπορούν να αντιμετωπιστούν με ελάχιστα επεμβατικό τρόπο, με τη χρήση τεχνικών ρομποτικής χειρουργικής.
Η ρομποτική ιεροκολποπηξία και ρομποτική υστεροπηξία διασφαλίζουν το βέλτιστο αισθητικό και λειτουργικό αποτέλεσμα, ελαχιστοποιώντας τον πόνο και την πιθανότητα επιπλοκών και επιταχύνοντας σημαντικά την επάνοδο της ασθενούς στην καθημερινή της δραστηριότητα.
Ως πρόπτωση του πυελικού εδάφους ορίζεται η προβολή ενός ή περισσοτέρων οργάνων της ελάσσονος πυέλου (λεκάνης) διαμέσου του κόλπου, που μπορεί να φτάσει να εξέχει πέρα από τα χείλη του αιδοίου.
Τα όργανα αυτά μπορεί να είναι: η μήτρα, το κολπικό κολόβωμα (σε περίπτωση προηγηθείσας υστερεκτομής), η ουροδόχος κύστη, οι έλικες του εντέρου ή ακόμη και το ορθό (Εικόνα 1).
Η πρόπτωση αυτή εμφανίζεται κατά την αύξηση της ενδοκοιλιακής πίεσης (φτάρνισμα, βήχας, άρση βάρους) και οφείλεται στη χαλάρωση των συνδέσμων, των περιτονιών και του μυϊκού τοιχώματος του περινέου, που στο σύνολο τους απαρτίζουν ένα σύνθετο δίκτυο δυναμικής και στατικής στήριξης των οργάνων της πυέλου.
Η πρόπτωση του πυελικού εδάφους αποτελεί ένα από τα συχνότερα ουρογυναικολογικά προβλήματα, που απασχολούν τις ενήλικες γυναίκες. Η επίπτωσή της αυξάνεται με την ηλικία και μάλιστα μία στις τρεις γυναίκες άνω των 50 ετών θα αναζητήσουν ιατρική συμβουλή λόγω συμπτωμάτων.
Πολλές γυναίκες, δυστυχώς, κατακλύζονται από αίσθημα ντροπής, μειωμένης σεξουαλικότητας και κατ’ επέκταση αυτοεκτίμησης, με αποτέλεσμα η νόσος να παραμένει συχνά σε λανθάνουσα κατάσταση με σοβαρό αντίκτυπο στην ποιότητα της ζωής.
Όταν η πρόπτωση εμφανίζεται στο πρόσθιο τοίχωμα του κόλπου τότε ονομάζεται πρόπτωση του πρόσθιου διαμερίσματος.
Επειδή τα όργανα που προβάλουν από το πρόσθιο διαμέρισμα είναι η ουροδόχος κύστη ή/και η ουρήθρα, συχνά ονομάζεται και κυστεοκήλη ή ουρηθροκυστεοκήλη αντίστοιχα. Αυτή η μορφή πρόπτωσης είναι η πιο συχνή και επηρεάζει, στις περισσότερες περιπτώσεις, τη λειτουργία της ούρησης (αποφρακτικά συμπτώματα) (Εικόνα 1).
Αντίστοιχα, όταν η πρόπτωση αφορά το οπίσθιο τοίχωμα του κόλπου τότε ονομάζεται πρόπτωση του οπισθίου διαμερίσματος.
Στην περίπτωση αυτή, το όργανο που προβάλει είναι το ορθό και γι’ αυτό η πρόπτωση ονομάζεται και ορθοκήλη (Εικόνα 1). Μπορεί, ωστόσο, να προβάλει και τμήμα του λεπτού εντέρου από το ανώτερο τμήμα του οπισθίου τοιχώματος του κόλπου, η γνωστή εντεροκήλη.
Τέλος, όταν προβάλει η μήτρα ή το κολπικό κολόβωμα (σε περίπτωση υστερεκτομής) τότε πρόκειται για πρόπτωση του κεντρικού διαμερίσματος.
Η πρόπτωση της μήτρας ή του κολπικού κολοβώματος αποτελεί τη δεύτερη πιο συχνή μορφή πρόπτωσης του πυελικού εδάφους (Εικόνα 1).
Θα πρέπει να τονιστεί ότι ο διαχωρισμός της πάθησης σε τρία διαμερίσματα (πρόσθιο, κεντρικό και οπίσθιο) έχει ιδιαίτερη διαγνωστική και θεραπευτική σημασία, παρ’ όλο που μια γυναίκα μπορεί να εμφανίσει συνδυασμό των παραπάνω: δηλαδή μπορεί να έχει κυστεοκήλη με πρόπτωση του κολπικού κολοβώματος ιδιαίτερα μετά από επέμβαση υστερεκτομής. Για το λόγο αυτό η πάθηση θα πρέπει να αντιμετωπίζεται σαν ενιαία νόσος.
Η πρόπτωση του πυελικού εδάφους οφείλεται κυρίως στη χαλάρωση των μυών, των συνδέσμων και των περιτονιών που υποστηρίζουν τα όργανα της πυέλου.
Υπάρχουν γυναίκες που έχουν επιρρέπεια στην πρόπτωση του πυελικού εδάφους, όπως επίσης υπάρχουν και ασθένειες του συνδετικού ιστού που επηρεάζουν τη δύναμη των συνδέσμων
Μια λεπτομερής γυναικολογική εξέταση είναι αρκετή για να γίνει η διάγνωση της πρόπτωσης του πυελικού εδάφους.
Ανάλογα με τα ευρήματα της γυναικολογικής εξέτασης ο θεράπων ιατρός μπορεί να συστήσει σειρά εξετάσεων για να αποσαφηνιστεί περαιτέρω το είδος και ο βαθμός της πρόπτωσης, όπως ουροδυναμικός έλεγχος, υπέρηχοι ουροποιητικού συστήματος, υπέρηχοι γυναικολογικοί, κ.λπ.
Μαρούσι: 2106300334, 6977404050
Γλυφάδα: 2108985140
Η πρόπτωση του πυελικού εδάφους δεν αποτελεί απειλητική κατάσταση για τη ζωή και μάλιστα ορισμένες γυναίκες έχουν ελάχιστα συμπτώματα χωρίς να επηρεάζεται η καθημερινότητά τους.
Ανάλογα, λοιπόν, με το βαθμό της πρόπτωσης, την ηλικία της γυναίκας και τα συμπτώματα ο ιατρός μπορεί να προτείνει αντίστοιχη θεραπεία.
Οι θεραπείες διακρίνονται κυρίως σε συντηρητικές (μη-χειρουργικές) και σε χειρουργικές.
Η συντηρητική αντιμετώπιση της πρόπτωσης του πυελικού εδάφους συνίσταται σε:
Αλλαγή συμπεριφοράς: Ελάττωση του σωματικού βάρους (σε περίπτωση υπέρβαρων γυναικών),αποφυγή άρσης βαρών και αποφυγή οποιασδήποτε αιτίας αύξησης της ενδοκοιλιακής πίεσης, όπως για παράδειγμα η χρόνια δυσκοιλιότητα και ο χρόνιος βήχας (συχνός στους καπνιστές).
Διακολπική τοποθέτηση πεσσού: Ο πεσσός είναι μια συσκευή (συνήθως από σιλικόνη) που τοποθετείται από τον ιατρό μέσα στον κόλπο και σκοπό έχει τη μηχανική υποστήριξη στα προσπίπτοντα όργανα. Με τον τρόπο αυτό ανακουφίζεται η γυναίκα ως ένα βαθμό από τα συμπτώματα με βασικό πλεονέκτημα την αποφυγή χειρουργικής επέμβασης. Δε συστήνεται σε νεαρές γυναίκες καθότι δυσκολεύει τη σεξουαλική επαφή και χρειάζεται συχνές αλλαγές.
Ασκήσεις ενδυνάμωσης του πυελικού εδάφους (ασκήσεις Kegel): Επειδή ένας από τους παράγοντες της πρόπτωσης του πυελικού εδάφους είναι η χαλάρωση των μυών του περινέου, η ενδυνάμωση των μυών αυτών με κατάλληλες ασκήσεις που θα συστήσει ο ιατρός μπορούν να βελτιώσουν τα συμπτώματα και να αποτρέψουν περαιτέρω χαλάρωση της περιοχής. Πρόκειται από τις πρώτες θεραπείες που πρέπει να εφαρμοστούν ιδιαίτερα σε περιπτώσεις μικρής πρόπτωσης.
Η χειρουργική θεραπεία συστήνεται στις περιπτώσεις που τα συντηρητικά μέτρα έχουν αποτύχει, σε νέες γυναίκες καθώς και σε μετρίου και μεγάλου βαθμού προπτώσεις.
Η χειρουργική αποκατάσταση μπορεί να γίνει με τη χρήση πλέγματος ή χωρίς τη χρήση αυτού.
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι σύμφωνα και με τη διεθνή βιβλιογραφία η χρήση πλέγματος δίνει μια μόνιμη λύση στο πρόβλημα της πρόπτωσης του πυελικού εδάφους, με λιγότερες πιθανότητες υποτροπής.
Σύγχρονες ανησυχίες (που μπορεί κανείς να διαβάσει στο διαδίκτυο) που υπάρχουν σχετικά με τη χρήση του πλέγματος, αφορούν κυρίως τη χρήση αυτού σε διακολπικές (μέσα από τον κόλπο) επεμβάσεις αποκατάστασης.
Ως γνωστόν, ο κόλπος έχει φυσιολογική μικροβιακή χλωρίδα με συνακόλουθη πιθανή μόλυνση του πλέγματος.
Οι επεμβάσεις που γίνονται διακοιλιακά είναι απαλλαγμένες από αυτούς τους κινδύνους, καθώς η κοιλιακή κοιλότητα δεν έχει μικρόβια.
Άλλωστε, η διακοιλιακή χρήση πλεγμάτων είναι το gold standard σε άλλες επεμβάσεις γενικής χειρουργικής που έχουν παρόμοια αιτιοπαθογένεια, όπως είναι η αποκατάσταση κηλών του κοιλιακού τοιχώματος και της βουβωνικής περιοχής.
Η ιεροκολποπηξία είναι μια επέμβαση που σκοπό έχει να αποκαταστήσει τη φυσιολογική ανατομική θέση και λειτουργία του κόλπου (σε γυναίκες που έχουν υποβληθεί σε υστερεκτομή) και να αποτρέψει την κάθοδο των πυελικών οργάνων.
Αυτό επιτυγχάνεται με την τοποθέτηση πλέγματος στο πρόσθιο τοίχωμα του κόλπου, ανάμεσα δηλαδή στον κόλπο και την ουροδόχο κύστη (διορθώνοντας έτσι τυχόν κυστεοκήλη), καθώς επίσης και στο οπίσθιο τοίχωμα του κόλπου ανάμεσα δηλαδή στον κόλπο και το ορθό (διορθώνοντας έτσι τυχόν ορθοκήλη και εντεροκήλη).
Τα δύο αυτά πλέγματα αναρτώνται στο ιερό οστό, δίνοντας έτσι ένα ισχυρό στήριγμα στο κολπικό κολόβωμα (διορθώνοντας έτσι και την πρόπτωση του κόλπου) (εικόνα 1).
Η παραπάνω επέμβαση αποδεδειγμένα (CochraneReview) έχει τις λιγότερες υποτροπές.
Επίσης, χάρη στη λαπαροσκοπική τεχνική έχει πάψει πλέον να υφίσταται το αλλοτινό μειονέκτημα της ιεροκολποπηξίας, σε σχέση με τις διακολπικές επεμβάσεις, δηλαδή η ανοιχτή κοιλιακή τομή και η μεγάλη διάρκεια του χειρουργείου.
Η λαπαροσκοπική ιεροκολποπηξία είναι μια ελάχιστα επεμβατική χειρουργική τεχνική που παρέχει μια ασφαλή και βιώσιμη στο χρόνο μέθοδο για την επανόρθωση του πυελικού εδάφους και των περιεχομένων του χωρίς την ανάγκη για μεγάλη κοιλιακή τομή.
Η λαπαροσκοπική ιεροκολποπηξία γίνεται με τη χρήση λεπτών λαπαροσκοπικών οργάνων που εισάγονται μέσω τεσσάρων (4) πολύ μικρών εντομών κατά μήκος της μέσης κοιλίας.
Αυτό έρχεται σε αντίθεση με τη συμβατική ανοικτή χειρουργική επέμβαση, κατά την οποία απαιτείται μεγάλη κοιλιακή τομή.
Η λαπαροσκοπική ιεροκολποπηξία είναι μια ελάχιστα επεμβατική προσέγγιση, η οποία προσφέρει πολλά πλεονεκτήματα σε σχέση με την παραδοσιακή ανοικτή χειρουργική επέμβαση, όπως:
Με την εφαρμογή της ρομποτικής χειρουργικής, η οποία αποτελεί μέθοδο εκλογής ειδικά για τις επεμβάσεις της πυέλου, μπορεί η ιεροκολποπηξία να γίνει με ελάχιστα επεμβατικό τρόπο.
Με τη ρομποτική ιεροκολποπηξία συνδυάζονται τα χαμηλά ποσοστά υποτροπής μιας διακοιλιακής επέμβασης με τις ελάχιστες επιπλοκές και ταλαιπωρία μιας διακολπικής επέμβασης.
Με τη χρήση της ρομποτικής χειρουργικής, οι γυναίκες μπορούν να υποβληθούν σε επέμβαση αποκατάστασης πρόπτωσης της μήτρας και της κυστεοκήλης, διατηρώντας τη μήτρα τους με ελάχιστα επεμβατικό τρόπο.
Η επέμβαση αυτή ονομάζεται ρομποτική υστεροπηξία.
Η άποψη που υπήρχε για πολλά χρόνια ότι η μήτρα που προπίπτει πρέπει να αφαιρείται έχει αναθεωρηθεί και έχει αποδειχθεί πλέον σήμερα ότι η πτώση της μήτρας είναι το αποτέλεσμα και όχι η αιτία της νόσου.
Η ρομποτική ιεροκολποπηξία και υστεροπηξία παρουσιάζουν σημαντικά πλεονεκτήματα έναντι του παραδοσιακού ανοικτού χειρουργείου: